Music Audiobooks The Fairy of Mani Fairytale | ||
The Fairy of Mani | ||
by Vasilis Poulimenakos | ||
English translation by Tania Kritikou | ||
Get the e-book here | ||
She rolled to the seaside.
Her body took the shape of a ball and grains of sand wrapped her and
remained the indisputable witness of her presence by sticking, more and
more, to her body. Her hair was disheveled, entangled with sea scallops and embellished in a messy way with scarlet shells and black seaweeds. The waters of Porto Cayo are always hospitable and ready to welcome every dive of hers and be washed with her primitive beauty. The Fairy of Mani lives in the caves of Inner Mani and Oitylo but her favourite beach is Porto Cayo, located in the southern neighbourhood of Cape Tainaron. For centuries in the summers you will find her hang about there. Sometimes she stands nailed on the tall rocks, at others she basks in Armenopetra, scanning the ships which sail timidly around Cape Maleas, and sending fortunate words and smiles. Most of the times, though, she is lost into the blue waters, transforms into mermaid, finds home in the sea bottom and saunters on the earth at nights. During the autumn, she comes back to her cave at Diros underneath Areopolis and dedicates herself to take care of her home. Her cave is full of stalactites and lakes with brackish waters. And she doesn’t have only one cave but all the caves of the area have accepted and accommodated her. If you find yourself there in September, get in, hold your breath, and listen. You will feel her warm breath like a sigh in the air and her heartbeat echoes on the walls. You will also hear drops and watery sounds piercing the silence which, truly, is her lonely swim in the cold waters. She wasn’t always alone. Her love drowned at the sea in one of his travels, and Fate endowed her with immortality and eternal beauty, by calling her “The Fairy of Mani” for consolation. So, the subterranean lake became the place where she spends her winters and Porto Cayo is her haunt during the summer. She had thought of neither complaining nor escaping from her fate but fairies can not stand loneliness too. Besides, her beloved one got lost years ago by being a pirate, during a naval battle at Kythera, in the open sea of Mani while he was about to moor. His loss had caused her great pain. Which mortal man would be interested in her by noticing that she remained young while he was getting old? She was ready to offer all her love and knowledge, to sacrifice her immortality only to feel the coupling and challenge of love. All the males who come and go in her home – it’s the 21st century now- are tourists that through the eyes of ignorant guides just take pictures of the beautiful nooks and clean waters of the cave, which the fairy has taken care of and polished. Up to this time when someone left stealthily the boat, swam, and stood on a rock, at the edge of the grandiose room “The Pacific”, the fairy’s living room. When the sounds of the paddles and whispers were lost, the fairy showed up from her nest and suddenly appeared in front of him. He was scared and startled. - Who are you? he asked breathless. - Someone who is lost or left stranded like you. - Do you live here? - Yes, for many years. Then he remained speechless and astonished by her beauty and the shine stemming from her honey-coloured eyes. He couldn’t say a word. - Come, I 'll show you my home. She took him by the hand and he, being mesmerized, followed her. It was as if he was following her whole path throughout centuries. She told him her story; about her favourite places, her habits and her life. He was listening to her carefully, sucking every word like a sponge, like a deck boy who was taught the basics. Her bed was in a nook full of corals, seaweeds and sponges. She offered him sea-urchin salad and cockles. At first she hugged him with her hair and then with her hands. She brushed his hair like a doll. She loved him although she hadn’t seen him before. She desired him like a mortal woman with the thought that love lasts for a moment. She tasted him like a sweet old wine that warms you, and then makes you drunk. The man’s family searched for him. Unfortunately for the Fairy of Mani, they found him. He never told them about her, but he kept her in his heart and since then, every summer he looks for her at the rocks and beaches of Mani, and the caves of Diros. But in vain… ___________ Place names Areopolis: It is the historical capital of Mani where the Greek Revolution of 1821 started. It is very close to Diros. Armenopetra: It is a reef at the southern end of Mani. Sailors always pay attention to the reef because it looks like a ship that sails. Diros: Tower of Diros is a village of shady Mani, in the depths of which lies the famous “Diros Caves”. There is an underground river of 6,000 metres in total with many branches that end in the sea. The uniquely beautiful lake cave was discovered by a couple of speleologists, Ioannis and Anna Petrochilos, in 1949. People started visiting the terrestrial part in 1958. Stalactites and stalagmites in different shapes and sizes, which were created steadily but slowly throughout the centuries, embellish the caves. The room “Great Ocean” - it is mentioned as “The Pacific” in the story - is 160 metres in length and 30 metres in height with innumerable stalactites. It has the greatest depth of 15.5 metres. Cape Maleas: It is the cape at the first peninsula of Laconia, in the area of Neapolis. It is considered to be the most dangerous passage for the ships due to its strong currents. Kythera: It is a beautiful island underneath the area of Mani. In its sea many naval battles took place among pirate ships. Inner Mani: Southern Mani. Oitylo: It is an important settlement. Its port is located on the route from Areopolis to Kalamata. During the Ottoman Empire it was a pirate retreat and called “The Great Algeri”. Porto Cayo: The last port reaching the southern end of Mani. Its name “Porto Cayo” (Port aux Cailles, Porto=Port, Cayo= Quail, meaning the Port of Quails.) was a loan from the passage of many migratory birds, especially quails. The hunting of quails with a net was a tradition in the area. It was also a pirate retreat, a fishing village, an anchorage and a resort of sunny Mani. Cape Tainaron: It is the tip of peninsula of Mani. In ancient times its inhabitants were called “Tainarioi”. |
||
Η Νεράιδα της Μάνης | ||
του Βασίλη Πουλημενάκου | ||
Αποκτήστε το e-book εδώ | ||
Κύλησε στο ακροθαλάσσι. Έκανε μπάλα το σώμα και κόκκοι λεπτής άμμου την
τύλιξαν κι απέμειναν αδιάψευστοι μάρτυρες της παρουσίας της, κολλώντας,
ολοένα και περισσότεροι, στο γυμνό της σώμα. Τα μαλλιά της αχτένιστα, ήταν μπερδεμένα με χτένια της θάλασσας και στολισμένα άναρχα με πορφυρά κοχύλια και μελανά φύκια. Τα νερά του Πόρτο Κάγιο όμως είναι για εκείνη πάντα φιλόξενα κι έτοιμα να υποδεχθούν κάθε της βουτιά και να λουστούν την πρωτόγονη ομορφιά της. Η Nεράιδα της Μάνης ζει στις σπηλιές της μέσα Μάνης και του Οιτύλου, αλλά η αγαπημένη της παραλία είναι στο Πορτο Κάγιο, στη νοτιότερη γειτονιά του Ταινάρου. Εδώ και αιώνες, τα καλοκαίρια θα την βρεις εκεί να τριγυρίζει. Άλλες φορές στέκεται καρφωμένη στα βράχια ψηλά κι άλλες λιάζεται στην Αρμενόπετρα αγναντεύοντας τα πλοία που καβατζάρουν δειλά τον Κάβο Μαλέα, στέλνοντας καλότυχες λέξεις και χαμόγελα. Τις πιο πολλές όμως χάνεται στα γαλάζια νερά, μεταμορφώνεται σε γοργόνα, βρίσκει σπίτι στο βυθό και σουλατσάρει στη στεριά τα βράδια. Το φθινόπωρο μαζεύεται στη σπηλιά της στο Δυρό, κάτω από την Αρεόπολη και αφοσιώνεται να φροντίζει το σπίτι της. Η σπηλιά της είναι γεμάτη από σταλακτίτες και λίμνες με υφάλμυρα νερά. Και δεν έχει μόνο μία. Όλες οι σπηλιές της περιοχής την έχουν δεχθεί και την έχουν φιλοξενήσει. Άμα βρεθείς εκεί τον Σεπτέμβρη, μπες βαθιά, κράτα την αναπνοή σου και αφουγκράσου. Θα αισθανθείς την ζεστή ανάσα της σαν στεναγμό στον αέρα, και το καρδιοχτύπι της αντήχηση στους τοίχους. Θα ακούσεις ακόμα, στάλες και υγρούς ήχους να τρυπάνε την ησυχία που, -στ' αλήθεια- είναι το μοναχικό κολύμπι της στα κρύα νερά. Δεν ήταν πάντα μόνη. Ο αγαπημένος της όμως θαλασσοπνίγηκε σε κάποιο του ταξίδι και η Μοίρα, για παρηγοριά, της χάρισε αθανασία και αιώνια ομορφιά βαφτίζοντάς την "Nεράιδα της Μάνης" στα νερά της σπηλιάς. Κι έτσι έγινε η υπόγεια λίμνη ο τόπος που ξεχειμωνιάζει, και το Πορτο Κάγιο το λημέρι της τα καλοκαίρια. Ούτε σκέφτηκε ποτέ να παραπονεθεί στη μοίρα της ούτε να ξεφύγει από εκείνη, μα η μοναξιά δεν αντέχεται ούτε στις νεράιδες. Εξάλλου, και ο καλός της χάθηκε πριν αμέτρητα χρόνια, όντας πειρατής σε ναυμαχία στα Κύθηρα ανοιχτά της Μάνης, όπως ζύγωνε να στεριώσει, και αρκετά την είχε πονέσει ο χαμός του. Ποιός θνητός θα ενδιαφερόταν όμως για εκείνη; Να την βλέπει να μένει νέα κι εκείνος να γερνάει; Ήταν έτοιμη να προσφέρει όλη της τη γνώση και αγάπη, να θυσιάσει ακόμα και την αθανασία της, αρκεί να αισθανθεί το ταίριασμα και την πρόκληση του έρωτα. Όλοι οι αρσενικοί που μπαινοβγαίνουν πλέον -21ος αιώνας μπήκε- στο σπίτι της είναι τουρίστες, που με τα στραβά μάτια των ξεναγών φωτογραφίζουν τις γωνιές, τις ομορφιές και τα καθάρια νερά της σπηλιάς της που έχει περιποιηθεί εκείνη νωρίτερα. Μέχρι που ήρθε η στιγμή και κάποιος έφυγε κλεφτά από τη βάρκα, κολύμπησε και στάθηκε σε μια πέτρα στην άκρη της επιβλητικής αίθουσας του "Ειρηνικού", στο σαλόνι της νεράιδας. Όταν χάθηκαν οι τελευταίοι ήχοι των κουπιών και των ψιθύρων η νεράιδα ξεμύτισε από το θαλάμι της και βρέθηκε ξαφνικά μπροστά του. Εκείνος σκιάχτηκε. - Ποιά είσαι; τη ρώτησε με κοφτή ανάσα. - Κάποια που χάθηκε ή που ξέμεινε όπως εσύ. - Μένεις εδώ; - Πολλά χρόνια. Έπειτα έμεινε άλαλος, εκστασιασμένος από την ομορφιά της και τη λάμψη που πήγαζε από τα μεγάλα μελιά της μάτια. Δεν έβγαινε φωνή. - Έλα να σου δείξω το σπίτι μου. Τον πήρε από το χέρι κι αυτός την ακολούθησε υπνωτισμένα. Μαζί, φάνηκε σαν να ακολουθούσε όλη τη διαδρομή της στους αιώνες. Του είπε για την ιστορία της, τα αγαπημένα της μέρη, τις συνήθειες, τη ζωή της. Την άκουγε προσεκτικά, ρουφώντας κάθε λέξη σαν σφουγγάρι, και σαν ναυτόπαιδο που διδάσκεται τα στοιχειώδη. Σε μια εσοχή γεμάτη κοράλλια, φύκια και σφουγγάρια είχε το κρεβάτι της. Τον κέρασε αχινοσαλάτα και κυδώνια. Τον αγκάλιασε πρώτα με τα μαλλιά της κι ύστερα με τα χέρια της. Τον χτένισε σαν κούκλα. Τον αγάπησε κι ας μην τον είχε ξαναδεί. Τον πόθησε σαν θνητή, με τη σκέψη ότι ζει μια μόνο στιγμή ο έρωτας. Τον γεύτηκε, όπως ένα γλυκόπιοτο παλιό κρασί. Που πρώτα ζεσταίνει. Κι ύστερα μεθά. Τον αναζήτησαν οι δικοί του, και δυστυχώς για τη Nεράιδα της Μάνης, τον βρήκαν. Δεν τους μίλησε για εκείνη, την κράτησε όμως στην ψυχή του, και από τότε, κάθε καλοκαίρι την ψάχνει στα βράχια, στις ακρογιαλιές της Μάνης και στις σπηλιές του Δυρού. Μάταια όμως... Μάταια. ___________ Τοπωνύμια Αρεόπολη: η ιστορική πρωτεύουσα της Μάνης απ’ όπου ξεκίνησε η Επανάσταση του 1821. Βρίσκεται κοντά στο Δυρό. Αρμενόπετρα: μια βραχονησίδα-σκόπελος στο νότιο άκρο της Μάνης, στην οποία πάντα έδιναν σημασία οι ναυτικοί, μοιάζει με καράβι που αρμενίζει. Δυρός: ο Πύργος Δυρού είναι χωριό της αποσκιερής Μάνης που στα έγκατά του φιλοξενεί τα φημισμένα «Σπήλαια του Δυρού» σε έναν υπόγειο ποταμό συνολικά 6.000 μ. με πολλές διακλαδώσεις που καταλήγει στη θάλασσα. Το μοναδικό σε ομορφιά λιμναίο σπήλαιο εξερευνήθηκε το 1949 από το ζεύγος των σπηλαιολόγων Ιωάννη και Άννας Πετροχείλου και έγινε επισκέψιμο για τον κόσμο το 1958, αρχικά στο χερσαίο του τμήμα. Σταλακτίτες και σταλαγμίτες σε διάφορα σχέδια και μεγέθη που δημιουργήθηκαν αργά και σταθερά στο διάβα των αιώνων, στολίζουν με φυσικό τρόπο τις σπηλιές. Στην αίθουσα «Μεγάλος Ωκεανός» - στο αφήγημα αναφέρεται ως «Ειρηνικός» - μήκους 160 μ. και ύψους 30 μ. με τους αναρίθμητους σταλακτίτες, έχει το μεγαλύτερο βάθος 15,5 μ. Κάβο Μαλέας: το ακρωτήριο της πρώτης χερσονήσου της Λακωνίας στην περιοχή της Νεάπολης. Θεωρείται αρκετά επικίνδυνο πέρασμα για τα πλοία λόγω των ισχυρών ρευμάτων του. Κύθηρα: όμορφο νησί κάτω από τη Μάνη, στη θαλάσσια περιοχή του δόθηκαν στο παρελθόν αρκετές ναυμαχίες πειρατικών πλοίων. Μέσα Μάνη: η Νότια Μάνη. Οίτυλο: σημαντικός οικισμός με το λιμάνι του που συναντάμε στην πορεία από την Αρεόπολη προς την Καλαμάτα. Στα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας, ήταν πολύ ισχυρό ενώ όντας λημέρι πειρατικό, έφερε κρυπτογραφικά τον χαρακτηριστικό τίτλο «Μεγάλο Αλγέρι». Πόρτο Κάγιο: το τελευταίο λιμάνι φτάνοντας στο νότιο άκρο της Μάνης. Το όνομά του «Πόρτο Κάγιο» (Port aux Cailles, Πόρτο = λιμένας, Κάγιο = ορτύκι, δηλαδή Ορτυκολίμανο) το δανείσθηκε από το πέρασμα πολλών αποδημητικών πουλιών και ιδίως των ορτυκιών. Το κυνήγι του ορτυκιού με την απόχη, ήταν παράδοση στην περιοχή. Πειρατικό καταφύγιο, ψαροχώρι, αγκυροβόλι, θέρετρο της προσηλιακής Μάνης. Ταίναρο: το ακρωτήριο της χερσονήσου της Μάνης, η κατάληξή της. Οι κάτοικοί της στην αρχαιότητα ονομάζονταν Ταινάριοι. |
||
BROCHURE LICENSE HELP | ||